Η Ελλάδα θυμήθηκε πώς γίνεται αγώνας με αντίπαλους οπαδούς που κάθονται μαζί

Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο επίκαιρο και πιο χρήσιμο μάθημα για το ελληνικό ποδόσφαιρο από αυτό που πήρε το βράδυ της Τετάρτης στο ανακαινισμένο και πολύ όμορφο γήπεδο "Καραϊσκάκης".

Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει στο gazzetta.gr για το επίκαιρο μάθημα που πήρε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας το βράδυ της Τετάρτης στο γήπεδο Καραϊσκάκη.

Και επειδή έδωσε το παρών ο ποδοσφαιρόφιλος Κυριάκος Μητσοτάκης, εύχομαι πραγματικά να του το έδειξαν το μάθημα, διότι αμφιβάλλω ότι μπορούσε να τα αντιληφθεί όλα από τη σουίτα, για να το επεξεργαστεί και να κατανοήσει βαθύτερα το πώς θα μπορούσε να καθοδηγήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο στην αλλαγή.
Σε ένα ελληνικό γήπεδο, οι οπαδοί των δύο αντίπαλων ομάδων έφταναν μαζί, αναμεμειγμένοι. Εισήλθαν μαζί στις κερκίδες. Κάθισαν μαζί, αναμεμειγμένοι. Τραγουδούσαν ο ένας δίπλα στον άλλο τα συνθήματα της αγαπημένης τους ομάδας και "γιούχαραν", ο ένας δίπλα στον άλλο, τους ποδοσφαιριστές της αντίπαλης ομάδας. Αντάλλαξαν κασκόλ και αναμνηστικά πριν από την έναρξη ή μετά από τη λήξη του παιχνιδιού. Έδωσαν οι μεν στους δε το "δικαίωμα" να πανηγυρίσουν το γκολ της αγαπημένης τους ομάδας. Και το τέλος της βραδιάς βρήκε τους νικητές να γιορτάζουν δίπλα στους ηττημένους δίχως να συμβεί το παραμικρό. Το ίδιο πολιτισμένη ήταν και η αποχώρηση όλων. Δίχως δακρυγόνα. Δίχως μολότοφ. Δίχως να ανοίξει μύτη.
Όχι, μη φανταστείτε ότι όλοι αυτοί συμπεριφέρονταν τόσο καλά, τόσο πολιτισμένα επειδή φοβούνταν τις αστυνομικές δυνάμεις. Στις κερκίδες δεν υπήρχαν αστυνομικοί. Υπήρχε μόνο η διακριτική παρουσία των stewards, οι οποίοι ήταν πολύ κοντά στον ορισμό της έννοιας: παρατηρητές, επιστάτες, και όχι κάφροι που ήταν μεταμφιεσμένοι σε φύλακες επειδή φορούσαν μια "σαλιάρα".
Πώς το έκαναν αυτό το "θαύμα", αν κανείς σκεφτεί ότι συνέβη σε μια ελληνική έδρα; Ο Πρωθυπουργός θα μπορούσε εύκολα, σε μια συνεδρίαση που θα κρατούσε λιγότερο και από την για τους τύπους και την επικοινωνία συνάντηση που έκανε με τους ιδιοκτήτες των ΠΑΕ, να πάρει όλες τις πληροφορίες από τους διοργανωτές και τους έχοντες την ευθύνη για την εκτέλεση των σχεδίων που είχαν εκπονηθεί.
Στα 50 μου, με περίπου 40 χρόνια ζωής στα ελληνικά γήπεδα, δεν είμαι κάποιος που τον πιάνει κορόιδο μια στρατηγική επικοινωνίας για την διαχείριση μιας κρίσης του μεγέθους που έχει αυτή που δημιούργησε η δολοφονία του Μιχάλη. Και φυσικά δεν είμαι κάποιος που παραμυθιάζεται. Το έργο που σήμερα παρακολουθώ είναι όμοιο με αυτό που παρακολούθησα τον Φεβρουάριο του 2022 μετά την δολοφονία του Άλκη. Η Ελλάδα, ως κράτος, με έχει πείσει ότι δεν θα κάνει τίποτα επειδή δεν θέλει να κάνει απολύτως τίποτα για την πάταξη της γηπεδικής και της οπαδικής βίας. Παρόλα αυτά έφυγα χαρούμενος από το "Καραϊσκάκη", επειδή βρήκα έναν λόγο να νιώσω αισιόδοξος. Και αυτός ήταν σχετικός με τις παραστάσεις που πήραν το βράδυ της Τετάρτης τα χιλιάδες μικρά παιδιά που είδα στις κερκίδες του γηπέδου. Υγιώς σκεπτόμενοι γονείς, που είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν εισιτήρια, άρπαξαν την ευκαιρία για να δείξουν στα μικρά παιδιά τους από κοντά την Μάντσεστερ Σίτι και τον Έρλινγκ Χάλαντ, για τον οποίο τα μικρά παιδιά παραληρούν. Συγχρόνως όμως τους έδειξαν και πώς είναι η κανονική γηπεδική εμπειρία. Έδειξαν στα παιδιά ότι πράγματι υπάρχει ποδόσφαιρο στο οποίο μπορείς να πας για να ψυχαγωγηθείς, να κοινωνικοποιηθείς, να καθίσεις δίπλα σε έναν οπαδό αντίπαλης ομάδας και να μη φοβηθείς να φωνάξεις "γκολ" και να πανηγυρίσεις, αλλά και να επιτρέψεις στον διπλανό να πανηγυρίσει το γκολ της ομάδας του. Αυτά τα παιδάκια, που τα έβλεπα και τα χαιρόμουν να απολαμβάνουν το ποδόσφαιρο όπως εγώ το γνώρισα, την έζησαν με την ψυχή τους αυτή την εμπειρία. Και τώρα ξέρουν ότι "γίνεται". Κατάλαβαν ότι αυτό είναι το φυσιολογικό. Και τώρα ελπίζω ότι αυτά τα παιδιά μεγαλώνοντας θα την ζητήσουν αυτή την εμπειρία. Ότι θα τους λείψει όσο δεν θα την ζουν στα ελληνικά γήπεδα. Ότι θα ενεργοποιηθούν για να το απαιτήσουν να τη ζήσουν αυτή την εμπειρία και σε ένα ελληνικό ποδοσφαιρικό παιχνίδι.
Η βραδιά της Τετάρτης ήταν καθαρός αέρας για όλους εμάς, κι ας είχε πολλή υγρασία. Ειδικά για τους νεότερους όμως ήταν μια ευκαιρία να επιβεβαιώσουν ότι αυτό που ζουν στα ελληνικά γήπεδα δεν είναι το νορμάλ.
Στη θέση του Πρωθυπουργού, που ήταν παρών, θα με ενοχλούσε αφάνταστα που αυτή την εμπειρία έπρεπε να περιμένω έναν ευρωπαϊκό αγώνα μεταξύ ξένων ομάδων για να τη ζήσω σε ελληνικό γήπεδο. Και δεν θα το έπνιγα αυτό το συναίσθημα. Δεν θα ανεχόμουν άλλο να με κοροϊδεύει ο κόσμος και ο υπόκοσμος του ελληνικού ποδοσφαίρου.