Μακάρι να είχαμε και άλλους τύπους σαν τον Σάββα Κωφίδη

Για όσους τον έχουν δει από κοντά έστω και μια φορά, αλλά και για όσους τον ξέρουν από τη διαδρομή του στα Ελληνικά γήπεδα, ο Σάββας Κωφίδης είναι ένας από τους ελάχιστους που δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί άνθρωπος να τον αντιπαθεί.
Και πώς να γίνει αλλιώς άλλωστε, αφού ο γεννημένος το 1961 στο Αλμάτι του σημερινού Καζακστάν, το οποίο ανήκε τότε στη Σοβιετική Ένωση βετεράνος μέσος, είναι μία από τις ευγενέστερες φυσιογνωμίες σε ολόκληρη την Ιστορία του Ελληνικού ποδοσφαίρου, ένας άνθρωπος που η φιλοσοφία της ζωής του επισκιάζει τα όσα πέτυχε στους αγωνιστικούς χώρους, τόσο ως παίκτης, όσο και ως προπονητής. Και δεν ήταν λίγα αυτά που πέτυχε.
Ξεκίνησε την καριέρα του από τον Ηρακλή, την ομάδα με την οποία συνδέθηκε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, αγωνιζόμενος για πρώτη φορά με τον «Γηραιό» το 1981, χρονιά που η ομάδα αγωνίζονταν στη Β' Εθνική, λόγω μιας υπόθεσης δωροδοκίας αντιπάλου παίκτη από τη διοίκηση του Ηρακλή, υπόθεση για την οποία η ομάδα της Θεσσαλονίκης τελικά δικαιώθηκε στα δικαστήρια.
Η πρώτη του θητεία στους «Κυανόλευκους» διήρκεσε ως το 1988, με τον Κωφίδη να γράφει πάνω από 200 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, σε μία περίοδο που έλαμπε και το άστρο του μεγάλου Βασίλη Χατζηπαναγή. Ο Κωφίδης αποτελούσε από τότε την ήρεμη δύναμη στο κέντρο, ενώ διακρίνονταν και για το χειρισμό μπάλας που διέθετε. Κατά την πρώτη παρουσία του στον Ηρακλή, ο Κωφίδης αποτέλεσε μέρος της ομάδας που κατέκτησε το Βαλκανικό Κύπελλο το 1985, ενώ αγωνίστηκε και στον ατυχή για την ομάδα του τελικό Κυπέλλου απέναντι στον ΟΦΗ το 1987.
Στη συνέχεια, μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό, όπου αγωνίστηκε δίπλα στον μεγάλο Ούγγρο μπαλαδόρο Λάγιος Ντέταρι, όντας κομμάτι της ομάδας που προσπάθησε να φτιάξει ο Κοσκωτάς για να κυριαρχήσει στο Ελληνικό ποδόσφαιρο. Όπως είναι γνωστό, αυτό δεν τελείωσε πολύ καλά, με τους Πειραιώτες πάντως να κερδίζουν δύο Κύπελλα (1990, 1992) με τον Κωφίδη στη σύνθεσή τους, κατά τη διάρκεια της τετραετούς του παρουσίας εκεί.
Φεύγοντας το 1992 από τον Ολυμπιακό, επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, όπου αγωνίστηκε για 5 σεζόν στον Άρη, γράφοντας 126 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, σκοράροντας εννέα φορές. Αποχώρησε το 1997, για να ενταχθεί εκ νέου στην πρώτη ομάδα της καριέρας του, τον Ηρακλή.
Αγωνίζεται από τον Ιανουάριο του 1997 ως το 1999 στον Ηρακλή και κλείνει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής, γράφοντας ακόμη 69 παιχνίδια στο πρωτάθλημα με τους «Κυανόλευκους». Μια γεμάτη καριέρα η οποία βέβαια τον οδήγησε και στο να αποτελέσει και βασικό στέλεχος της Εθνικής ομάδας των Ανδρών για σειρά ετών.
Η πρώτη του συμμετοχή με την Εθνική καταγράφηκε το 1982 και αγωνίστηκε συνολικά για 12 ολόκληρα χρόνια, γράφοντας συνολικά 67 συμμετοχές με τη "Γαλανόλευκη". Αποτέλεσε βασικό κομμάτι της πορείας προς τα γήπεδα της Αμερικής το 1994, την πρώτη φορά που η Ελληνική ομάδα προκρίθηκε σε Μουντιάλ. Αγωνίστηκε και στα 3 παιχνίδια της τελικής φάσης, ενώ εκείνη η χρονιά ήταν και η τελευταία που αγωνίστηκε με τη φανέλα της Εθνικής.
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας, όπως ήταν αναμενόμενο, ο Κωφίδης έμεινε στο χώρο του ποδοσφαίρου, έχοντας καθίσει ως πρώτος προπονητής στον πάγκο του Ηρακλή για 2 θητείες (2005-2007 και 2009-2010) , στον πάγκο της Ξάνθης το 2007, όπου διαδέχτηκε τον Τάκη Λεμονή, ενώ έκανε και ένα σύντομο πέρασμα ως προπονητής της Αναγέννησης Γιαννιτσών την περίοδο 2012-2013. Σε όλη του την πορεία, ο Κωφίδης έγινε γνωστός για την αγάπη που του δείχνουν οι παίκτες, στους οποίους λέγεται ότι βάζει να ακούσουν Μέταλ μουσική πριν τους αγώνες για να τους βοηθά στη συγκέντρωση.
Σε κάθε περίπτωση όμως, εκείνος ο Ηρακλής της πρώτης θητείας του Κωφίδη ήταν μία από τις καλύτερες ομάδες που έχουν δει τα Ελληνικά γήπεδα. Η ασύλληπτη μπροστινή τετράδα με Ερέρα, Επαλέ, Λαγό και Γεωργιάδη ήταν πραγματικά όαση, με τον Ηρακλή να κερδίζει σχεδόν τους πάντες στο Καυτανζόγλειο την πρώτη χρονιά του Κωφίδη, αποδίδοντας και εξαιρετικό ποδόσφαιρο.
Από τον περασμένο Ιούλιο, ο Σάββας Κωφίδης είναι ο συντονιστής των ακαδημιών του ΟΦΗ. (Τερζής, cult24)